Τα αυξημένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα μπορούν να προκαλέσουν επιπλοκές, ανεξάρτητα από το αν κάποιος πάσχει από διαβήτη τύπου 1 ή τύπου 2.
επιστήμονες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα σάκχαρα του αίματος καταστρέφουν τα όργανά μας με την πάροδο του χρόνου, αυξάνοντας δραματικά ιδίως τις μικροαγγειακές επιπλοκές (π.χ. οφθαλμούς, νεφρά, αγγεία, νευρικό σύστημα).
Σημαντική αμερικανική κλινική μελέτη διάρκειας 10 και πλέον χρόνων, ανακάλυψε ότι η διατήρηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα όσο το δυνατόν πιο κοντά στο φυσιολογικό, επιβραδύνει την εμφάνιση και την εξέλιξη βλαβών του ματιού, των νεφρών και των νευρικών ινών που προκαλούνται από τον διαβήτη.
Στην πραγματικότητα, απέδειξε ότι οποιαδήποτε παρατεταμένη μείωση της γλυκόζης του αίματος βοηθά, ακόμα και αν το άτομο έχει ιστορικό κακής ρύθμισης.
Στη μελέτη (DCCT) συμμετείχαν 1.441 εθελοντές, ηλικίας 13 έως 39 ετών, με διαβήτη τύπου 1 και 29 ιατρικά κέντρα στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά.
Η μελέτη συνέκρινε τα αποτελέσματα του κλασικού ελέγχου της γλυκόζης αίματος έναντι του εντατικού ελέγχου στις επιπλοκές του διαβήτη. Ο εντατικός έλεγχος σήμαινε τη διατήρηση των επιπέδων αιμοσφαιρίνης A1C όσο το δυνατόν πιο κοντά στην κανονική τιμή του 6% ή λιγότερο.
Η εξέταση αίματος A1C αντικατοπτρίζει τη μέση γλυκόζη αίματος ενός ατόμου τους τελευταίους 2 έως 3 μήνες. Οι εθελοντές ανατέθηκαν τυχαία σε κάθε ομάδα θεραπείας.
Η μελέτη DCCT διαπίστωσε ότι ο έλεγχος της γλυκόζης αίματος μειώνει τον κίνδυνο για
Οφθαλμική ασθένεια κατά 76%
Νόσο των νεφρών κατά 50%
Ασθένεια νευρικού συστήματος κατά 60%
Kαρδιαγγειακή νόσο κατά 42%
Μη θανατηφόρα καρδιακή προσβολή, εγκεφαλικό επεισόδιο ή θάνατο από καρδιαγγειακά αίτια κατά 57%
πηγή: onmed.gr