Τα γονίδια μπορούν να προσφέρουν μια εξήγηση στο ερώτημα «γιατί κάποιες γυναίκες παίρνουν παχαίνουν όταν χρησιμοποιούν μια δημοφιλή μέθοδο αντισύλληψης», υποστηρίζουν οι ερευνητές μιας νέας επιστημονικής εργασίας που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο Contraception.
«Εδώ και αρκετά χρόνια, οι γυναίκες υποστηρίζουν ότι η αντισύλληψη προκαλεί αύξηση του βάρους, ωστόσο πολλοί είναι οι γιατροί που δεν έχουν αντιμετωπίσει το ζήτημα με τη δέουσα σοβαρότητα. Εμείς, λοιπόν, εξετάσαμε το θέμα υπό το πρίσμα της γενετικής και βρήκαμε ότι ο τρόπος με τον οποίο τα γονίδια αλληλεπιδρούν με κάποιες ορμόνες των αντισυλληπτικών θα μπορούσε να βοηθήσει στην εξήγηση της μεγαλύτερης αύξησης του βάρους σε κάποιες γυναίκες σε σχέση με άλλες», αναφέρει ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και επίκουρος καθηγητής Μαιευτικής/Γυναικολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Κολοράντο, Δρ. Aaron Lazorwitz.
Το αντισυλληπτικό εμφύτευμα ετονογεστρέλης (μία μορφή της ορμόνης προγεστερόνης) εισάγεται κάτω από το δέρμα, καταστέλλει την ωορρηξία και θεωρείται μία από τις πιο αποτελεσματικές μεθόδους αντισύλληψης.
Για τη μελέτη, οι ερευνητές επανεξέτασαν τα ιατρικά αρχεία 276 γυναικών που είχαν λάβει το εμφύτευμα και βρήκαν ότι οι γυναίκες με μέτριο βάρος πάχυναν κατά περίπου τρία κιλά σε ένα μέσο διάστημα χρήσης 27 μηνών, ενώ συνολικά τα 3/4 των γυναικών είδαν το βάρος τους να αυξάνεται.
Περαιτέρω έρευνα οδήγησε τους επιστήμονες να συμπεράνουν ότι οι γενετικές μεταβλητές στον υποδοχέα οιστρογόνων 1 (ESR1) μεταξύ των γυναικών σχετιζόταν με σημαντική αύξηση του βάρους.
Κατά μέσο όρο, οι γυναίκες με δύο αντίγραφα της μεταβλητής rs9340799 του ESR1 πήραν πάνω από 13,5 κιλά περισσότερα κατά τη χρήση του αντισυλληπτικού εμφυτεύματος από τις υπόλοιπες γυναίκες που συμμετείχαν στη μελέτη.
Προηγούμενη έρευνα έχει βρει συνδέσεις ανάμεσα στις γενετικές μεταβλητές ESR1 και τις λειτουργίες άλλων τύπων φαρμακευτικής αγωγής, και, ενώ η μελέτη επικεντρώθηκε στο αντισυλληπτικό εμφύτευμα etonogestrel, άλλα αντισυλληπτικά φάρμακα θα μπορούσαν να έχουν παρόμοιες αλληλεπιδράσεις με γονίδια που προκαλούν αύξηση του βάρους, σημειώνουν οι συγγραφείς.
«Επιβάλλεται να κατανοήσουμε καλύτερα τον τρόπο με τον οποίο οι ατομικές γενετικές μεταβλητές μπορεί να επηρεάσουν τον κίνδυνο μιας γυναίκας για αύξηση του βάρους, ενώ κάνει χρήση τέτοιων φαρμάκων», αναφέρει ο Δρ. Lazorwitz.
«Προς το παρόν, δεν υπάρχει τρόπος να εντοπίσουμε ποιος θα παχύνει όταν χρησιμοποιεί τέτοιες φαρμακευτικές αγωγές, ωστόσο οι πάροχοι υγείας μπορούν να παράσχουν συμβουλευτική σχετικά με την πιθανή αύξηση του βάρους ή να προτείνουν μη ορμονικές μορφές αντισύλληψης όπως τα ενδομήτρια σπειράματα (IUDs)», σχολιάζουν οι επιστήμονες και καταλήγουν:
«Καθώς οι γνώσεις μας για τη φαρμακογενετική στη γυναικεία υγεία επεκτείνονται, μπορούμε να αναπτύξουμε εξατομικευμένη συμβουλευτική που θα μειώσει τα περιστατικά παρενεργειών σχετιζόμενων με τις ορμόνες, να βελτιώσουμε την ικανοποίηση των ασθενών και να συμβάλουμε στην πρόληψη μελλοντικών κινδύνων για την υγεία που σχετίζονται με την αύξηση του βάρους».
ΠΗΓΗ: ygeiamou