Η 1η Δεκεμβρίου καθιερώθηκε το 1998 ως Παγκόσμια Ημέρα κατά του AIDS με απόφαση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.
Διάφορες οργανώσεις του ΟΗΕ συνεργάζονται στενά με παγκόσμιους και εθνικούς εταίρους για τον τερματισμό της επιδημίας του AIDS μέχρι το 2030, στο πλαίσιο των στόχων της αειφόρου ανάπτυξης.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας:
- 37,9 εκατομμύρια άτομα ζούσαν με τον ιό HIV ως τα τέλη του 2018
- Το 62% από αυτούς έλαβε αντιρετροΪκή θεραπεία και
- Το 53% των ατόμων αυτών έχει επιτύχει την καταστολή του ιού HIV χωρίς τον κίνδυνο μόλυνσης τρίτων.
UNAIDS: «Οι κοινωνίες κάνουν την διαφορά»
Η στρατηγική που προωθεί το UNAIDS για την αντιμετώπιση του προβλήματος βασίζεται στον άνθρωπο, στις αρχές προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δικαιοσύνης. Επιδιώκεται η ριζική μείωση των νέων λοιμώξεων από τον ιό HIV και των θανάτων που σχετίζονται με τον ιό, η βελτίωση της υγείας και της ευημερίας όλων των ανθρώπων που ζουν με τον ιό HIV.
Με φετινό σύνθημα ότι «Οι κοινωνίες κάνουν την διαφορά» (“Communities make the difference”), η Παγκόσμια Ημέρα κατά του AIDS για το 2019 έχει ως στόχο να αποτελέσει μια σημαντική πλατφόρμα, προκειμένου να τονιστεί ο ρόλος των κοινοτήτων στην εξάλειψη της επιδημίας, σε μια εποχή όπου η μειωμένη χρηματοδότηση και η συρρίκνωση των κονδυλίων θέτουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των υπηρεσιών.
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα…
Η επιδημιολογική επιτήρηση της HIV λοίμωξης στην Ελλάδα πραγματοποιείται κυρίως μέσω του συστήματος υποχρεωτικής δήλωσης των περιστατικών HIV, AIDS και των θανάτων. Η παρακολούθηση της πορείας της επιδημίας αποτελεί προτεραιότητα του Γραφείου HIV Λοίμωξης και Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενων Νοσημάτων του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ).
Σύμφωνα με το σύστημα υποχρεωτικής δήλωσης, μέχρι και τον Οκτώβριο του 2019, έχουν καταγραφεί στον ΕΟΔΥ 17.909 περιστατικά HIV λοίμωξης (82,54% άνδρες). Από το σύνολο των ατόμων αυτών, 4.306 έχουν εμφανίσει AIDS και 10.523 βρίσκονται υπό αντιρετροϊκή αγωγή. Ο συνολικός αριθμός των θανάτων ανέρχεται στους 2.963.
Τους πρώτους δέκα μήνες του 2019 διαγνώστηκαν και δηλώθηκαν στον ΕΟΔΥ 473 περιστατικά HIV λοίμωξης (4,4 ανά 100.000 πληθυσμού), εκ των οποίων τα 364 (76,96%) αφορούσαν σε άνδρες, τα 106 (22,41%) σε γυναίκες και 3 (0,63%) σε διεμφυλικά άτομα.
Οι νέες διαγνώσεις HIV ανά 100.000 πληθυσμού για το πρώτο δεκάμηνο του 2019, βρίσκονται σε χαμηλότερα επίπεδα συγκριτικά με εκείνες που δηλώθηκαν τα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα των 9 προηγούμενων ετών.
Το 2019 τα περισσότερα περιστατικά που διαγνώσθηκαν και δηλώθηκαν στον ΕΟΔΥ αφορούσαν σε άτομα που μολύνθηκαν μέσω της απροφύλακτης σεξουαλικής επαφής, κυρίως μεταξύ ανδρών. Ειδικότερα, το πρώτο δεκάμηνο του συγκεκριμένου έτους το 41,86% των νέων HIV διαγνώσεων αφορούσε σε άνδρες που είχαν απροφύλακτες σεξουαλικές επαφές με άνδρες, ενώ το 28,54% μολύνθηκε μέσω απροφύλακτης ετεροφυλοφιλικής σεξουαλικής επαφής.
Η χρήση ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών δηλώθηκε ως πιθανός τρόπος μόλυνσης για το 8,25% των νέων περιστατικών. Επίσης, κατά τους πρώτους 10 μήνες του 2019 δηλώθηκαν 4 περιστατικά κάθετης μετάδοσης του ιού. Τα δύο αφορούσαν σε παιδιά που είχαν μολυνθεί στη χώρα προέλευσής τους (Σομαλία, Κογκό), ένα γεννήθηκε στη χώρα μας από HIV (+) μητέρα προερχόμενη από το Καμερούν και ένα παιδί ελληνικής εθνικότητας μολύνθηκε κατά την περίοδο του θηλασμού.
Συμπερασματικά, στην Ελλάδα, οι περισσότερες μεταδόσεις του ιού αποδίδονται στην απροφύλακτη σεξουαλική επαφή, κυρίως σε αυτή μεταξύ ανδρών. Η μείωση που παρατηρείται στις νέες διαγνώσεις του HIV/AIDS κατά το πρώτο δεκάμηνο του 2019 θα πρέπει να ερμηνευτεί με προσοχή. Η εξαγωγή ασφαλέστερων συμπερασμάτων θα είναι εφικτή, αφού ολοκληρωθεί η αποστολή των δηλώσεων από τους υγειονομικούς φορείς της χώρας μέχρι το τέλος του έτους.
ΕΕΜΑΑ: Μειώθηκαν οι νέες διαγνώσεις HIV λοίμωξης στην Ελλάδα μετά από μία δεκαετία
Ο μικρότερος αριθμός νέων διαγνώσεων της HIV λοίμωξης στη χώρα μας μετά από μία δεκαετία, καταγράφεται το 2019. Κυρίαρχος τρόπος μετάδοσης παραμένει η σεξουαλική επαφή χωρίς χρήση προφυλακτικού, καθώς και η χρήση ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε η Ελληνική Εταιρεία Μελέτης και Αντιμετώπισης του AIDS (Ε.Ε.Μ.Α.Α.) την Τετάρτη (27/11/2019), μετά από μια σταθεροποιητική τάση την τελευταία τριετία, παρατηρήθηκε φέτος ο μικρότερος αριθμός νέων διαγνώσεων της HIV λοίμωξης (4,4 άτομα ανά 100.00 πληθυσμού) σε διάστημα μιας δεκαετίας (4,8-9,2 ανά 100.00 πληθυσμού).
Ωστόσο, σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας παραμένει η καθυστερημένη διάγνωση, καθώς για την πλειονότητα των ατόμων που ζουν με HIV (ποσοστό άνω του 70%) μεσολαβούν τουλάχιστον δύο χρόνια από τη στιγμή της μετάδοσης του ιού μέχρι τη διάγνωση. Μόλις το 28,7% εκτιμάται ότι διαγιγνώσκεται εντός ενός έτους. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο χρόνος διάγνωσης για τους χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών ήταν βραχύτερος, πιθανόν λόγω των στοχευμένων παρεμβάσεων που πραγματοποιήθηκαν με αφορμή την HIV επιδημία του 2011-2013, στην Αθήνα.
Στην Ελλάδα, βάσει των ευρωπαϊκών και διεθνών κατευθυντηρίων οδηγιών, χορηγείται αντιρετροϊκή θεραπεία σε όλα τα άτομα με HIV λοίμωξη το ταχύτερο δυνατόν μετά τη διάγνωση. Οι σύγχρονες θεραπείες έχουν πολύ λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες. Η έγκαιρη χορήγησή της συνδέεται, σε ατομικό επίπεδο με τη μείωση της νοσηρότητας και της θνητότητας της νόσου και σε επίπεδο δημόσιας υγείας με την ελάττωση της μεταδοτικότητας και τη συνακόλουθη αναχαίτιση της επιδημίας.
Το 2019, έλαβαν έγκριση στις ΗΠΑ και την Ευρώπη καινούρια αντιρετροϊκά σκευάσματα, τα οποία αναμένεται να κυκλοφορήσουν και στη χώρα μας στο εγγύς μέλλον. Νέες θεραπευτικές στρατηγικές και συνδυασμοί αντιρετροϊκών παρατεταμένης δράσης σε ενέσιμη μορφή αποτελούν προοπτική για το μέλλον της αντιρετροϊκής θεραπείας.
Στόχος για την Ελλάδα, όπως και παγκοσμίως, είναι να μειώνονται κάθε χρόνο οι νέες HIV λοιμώξεις, ώστε το 2030 -χρονολογία ορόσημο που έχει τεθεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας- να έχει ελεγχθεί η πανδημία του AIDS.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα από 11 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, για το 2016 είχε διαγνωστεί συνολικά το 87% των ατόμων που ζουν με HIV λοίμωξη, το 92% των διαγνωσμένων είχε λάβει αντιρετροϊκή θεραπεία, ενώ το 91% των ασθενών που είχαν ξεκινήσει θεραπεία είχε επιτύχει ιική καταστολή. Πρόκειται για ποσοστά που πλησιάζουν πολύ κοντά στην επίτευξη των στόχων του UNAIDS 90-90-90, στη διαμόρφωση δηλαδή «ασπίδας» για τη μη περαιτέρω μετάδοση.
Πηγή: onmed.gr