Πρώιμα σημάδια που δείχνουν ότι ένα άτομο μπορεί να είναι πιο ευάλωτο στον διαβήτη τύπου 2 ως ενήλικας μπορεί να παρουσιάζονται στα παιδιά ηλικίας 8 ετών, δηλαδή δεκαετίες νωρίτερα πριν από την πιθανή διάγνωση, σύμφωνα με μία νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Diabetes Care.
Η έρευνα εξέτασε τις επιδράσεις της βαθμολογίας γενετικού κινδύνου για την ανάπτυξη διαβήτη τύπου 2 στην ενήλικη ζωή στον μεταβολισμό αξιολογώντας δείγματα αίματος που ελήφθησαν από τους συμμετέχοντες στη μελέτη στις ηλικίες των 8, 16, 18 και 25 ετών.
Η μελέτη παρακολούθησε περισσότερους από 4.000 ανθρώπους που είχαν λάβει μέρος στη μελέτη «Παιδιά των 90s» – μελέτη υγείας που πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο του Bristol στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Οι ερευνητές συνδύασαν γενετικές πληροφορίες με μια προσέγγιση που λέγεται «μεταβολομική» και η οποία περιλαμβάνει την μέτρηση πολλών μικρών μορίων στο δείγμα αίματος, προκειμένου να εντοπιστούν μοτίβα ενδεικτικά των πρώτων σταδίων ανάπτυξης του διαβήτη τύπου 2.
Όπως εξηγεί ο ένας εκ των επικεφαλής ερευνητών, Δρ. Joshua Bell, «γνωρίζαμε ότι ο διαβήτης δεν αναπτύσσεται μέσα σε μία νύχτα. Αυτό που δεν ξέραμε είναι πόσο νωρίς στη ζωή ενός ατόμου γίνονται ορατά τα πρώτα σημάδια της δραστηριότητας της πάθησης, αλλά και πώς μοιάζουν. Το πρόβλημα αυτό το αντιμετωπίσαμε εξετάζοντας τις επιδράσεις της γενετικής τάσης προς τον διαβήτη τύπου 2 κατά την ενήλικη ζωή, σε παράγοντες μέτρησης του μεταβολισμού που ελήφθησαν κατά την αρχή της ζωής του ατόμου».
Ο επιστήμονας συνεχίζει τονίζοντας ότι ο διαβήτης είναι πιο συχνός στις μεγαλύτερες ηλικίες, «αλλά βλέπουμε σημάδια της ευαλωτότητας στην ασθένεια πολύ νωρίς, σχεδόν 50 χρόνια πριν τη συνήθη περίοδο διάγνωσης. Γνωρίζοντας πως μοιάζουν αυτά τα πρώιμα σημάδια ανοίγουμε το πεδίο των ευκαιριών για πολύ πιο έγκαιρες παρεμβάσεις για να σταματήσουμε τον διαβήτη πριν γίνει επιβλαβής για την υγεία».
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε σε νεαρά άτομα που σε γενικές γραμμές δεν έπασχαν από διαβήτη τύπου 2 και άλλες χρόνιες παθήσεις, προκειμένου να διαπιστωθεί πόσο νωρίς στη ζωή του ατόμου αρχίζουν οι επιδράσεις της ευαλωτότητας στον διαβήτη της ενήλικης ζωής να γίνονται ορατές. Συγκεκριμένα, ορισμένοι τύποι της HDL χοληστερόλης ήταν μειωμένοι στην ηλικία των 9 ετών πριν άλλοι τύποι χοληστερόλης, όπως η LDL, αυξηθούν. Η φλεγμονή και τα αμινοξέα ήταν επίσης αυξημένα στις ηλικίες 16 και 18, με τις διαφορές αυτές να αυξάνονται με την πάροδο του χρόνου.
«Αναφερόμαστε στις επιδράσεις της ευαλωτότητας και όχι στην ίδια την κλινική πάθηση. Αυτό δε σημαίνει ότι οι νέοι άνθρωποι έχουν ήδη διαβήτη της ενήλικης ζωής, όμως πρόκειται για λεπτές διαφορές στον μεταβολισμό τους που τους καθιστούν πιο επιρρεπείς στην ανάπτυξη της νόσου αργότερα στη ζωή τους», σημειώνει ο Δρ. Bell και καταλήγει:
«Τα ευρήματα αυτά μπορεί να αποκαλύψουν τη βιολογία του τρόπου που κρύβεται ο διαβήτης και ποια στοιχεία μπορούμε να στοχεύσουμε νωρίτερα στη ζωή για να αποτρέψουμε την έναρξη της πάθησης και των επιπλοκών της. Αυτό είναι σημαντικό καθώς γνωρίζουμε ότι οι επιβλαβείς επιπτώσεις της γλυκόζης στο αίμα, όπως οι καρδιακές παθήσεις, δεν αφορούν αποκλειστικά ανθρώπους με διάγνωση διαβήτη αλλά εκτείνονται και σε ένα μικρότερο βαθμό σε μεγάλο πληθυσμό.
ΠΗΓΗ: ygeiamou