Δουλγέρης Κυριάκος
Παιδίατρος
Απόφοιτος Α.Π.Θ
Κουμουνδούρου & Ερμού, Τηλ. 24210 37005
- Πότε γίνονται οι πρώτες εργαστηριακές εξετάσεις και γιατί.
- Παράγοντες κινδύνου για σιδηροπενία/σιδηροπενική αναιμία.
- Πότε γίνεται ο πρώτος έλεγχος για χοληστερίνη.
Οι “προληπτικές εξετάσεις” αποτελούν βασικό εργαλείο στην πρωτοβάθμια παιδιατρική φροντίδα και γίνονται σε συγκεκριμένες ηλικίες σύμφωνα με τα διεθνή πρωτόκολλα. Πολλές φορές η ανάγκη για προληπτικό εργαστηριακό έλεγχο θα πρέπει να εξηγηθεί επαρκώς στους γονείς, καθώς μπορεί δικαιολογημένα να απορούν γιατί να χρειάζεται εξετάσεις ένα παιδί που φαίνεται και είναι υγιές.
Οι προληπτικές εργαστηριακές εξετάσεις καλύπτουν την ανάγκη για έγκαιρη αναγνώριση καταστάσεων που η πρόληψη θα σώσει το παιδί από ταλαιπωρία στο μέλλον και θα δώσει τη δυνατότητα στον ιατρό να παρέμβει εγκαίρως όπου χρειάζεται.
Σύμφωνα με την Αμερικάνικη Ακαδημία Παιδιατρικής (συστάσεις 2017) οι βασικές αιματολογικές εξετάσεις που θα πρέπει να κάνουν όλα τα παιδιά είναι : α) έλεγχος για αναιμία στους 12 μήνες, β) έλεγχος για δυσλιπιδαιμία («αυξημένη χοληστερίνη») στα 9 και στα 17 έτη.
ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ – ΗΛΙΚΙΑ 12 ΜΗΝΩΝ
Τι ελέγχουμε : Γενική αίματος, σίδηρος, φερριτίνη, βασικός βιοχημικός έλεγχος, θυρεοειδής αδένας, βιταμίνη D, γενική ούρων.
Αιματοκρίτης – Σίδηρος – Φερριτίνη : Ο σίδηρος είναι ένα απαραίτητο θρεπτικό συστατικό για τη φυσιολογική ανάπτυξη και την νευρολογική ωρίμανση των βρεφών.
Κατά τους πρώτους 6 μήνες της ζωής το μητρικό γάλα (όπως και το ξένο) καλύπτει όλες τις διατροφικές ανάγκες του υγιούς τελειόμηνου βρέφους, συμπεριλαμβανομένου και του σιδήρου. Τα αποθέματα σε σίδηρο που έχει αποκτήσει ο οργανισμός κατά την εμβρυική περίοδο και ο σίδηρος που προέρχεται από την αποδόμηση του μεγάλου αριθμού των ερυθροκυττάρων του νεογέννητου, παρέχουν μία επάρκεια στα βρέφη έως την ηλικία των 4 – 6 μηνών. Από εκεί και πέρα τα αποθέματα σε σίδηρο εξαρτώνται από την επαρκή είσοδο τροφών πλούσιων σε σίδηρο, όπως το κρέας. Τα πρόωρα νεογνά και τα χαμηλού βάρους γέννησης εξαντλούν τα αποθέματά τους τον 2-3 μήνα ζωής και διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο έλλειψης σιδήρου.
Η ανεπάρκεια του σιδήρου παραμένει παγκοσμίως η συχνότερη διατροφική έλλειψη στα βρέφη και τα παιδιά μικρότερα των 2 ετών. Σήμερα υπάρχουν επαρκή επιστημονικά δεδομένα που υποστηρίζουν την αρνητική επίδραση της ανεπάρκειας του σιδήρου στην νευρολογική και ψυχική ανάπτυξη των παιδιών.
Η σιδηροπενική αναιμία, είναι αναιμία που προέρχεται από ελαττωμένη σύνθεση αιμοσφαιρίνης λόγω έλλειψης σιδήρου. Στα παιδιά ηλικίας 6 μηνών έως 5 χρονών ορίζεται από τιμές : Αιμοσφαιρίνης Hb < 11g/dl, Αιματοκρίτη Hct <33%, Μέσου Όγκου Ερυθρών MCV < 70 fl, Φερριτίνης < 10 mcg/L.
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΓΙΑ ΣΙΔΗΡΟΠΕΝΙΑ/ΣΙΔΗΡΟΠΕΝΙΚΗ ΑΝΑΙΜΙΑ
- Προωρότητα (Διάρκεια κύησης <37 εβδ), χαμηλό βάρος γέννησης (<2500 γρ), πολύδυμη κύηση, μη καλά ρυθμιζόμενος διαβήτης κύησης
- Δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε σίδηρο : θηλάζοντα βρέφη > 4-6 μηνών που δεν λαμβάνουν συμπλήρωμα σιδήρου, θηλάζοντα βρέφη που δεν λαμβάνουν στερεές τροφές πλούσιες σε σίδηρο μετά τους 6 μήνες, βρέφη <12 μηνών που καταναλώνουν φρέσκο γάλα αγελάδας ή κατσίκας, παιδιά 1 έως 5 ετών που καταναλώνουν υπερβολικές ποσότητες φρέσκου γάλακτος (> 750 ml /ημέρα.
- Περιοριστικές δίαιτες (χορτοφάγοι)
- Παχυσαρκία
- Χρόνια απώλεια αίματος, υποκείμενο νόσημα (πχ αλλεργία στο γάλα αγελάδας, κοιλιοκάκη)
Βιταμίνη D : Είναι ένας σημαντικός παράγοντας για την σκελετική ανάπτυξη του οργανισμού καθώς και για ένα πλήθος λειτουργιών του μεταβολισμού, όπως αποκαλύπτει διαρκώς η σύγχρονη έρευνα.
Όπως είναι γνωστό για να συνθέσει ο οργανισμός βιταμίνη D απαιτείται έκθεση στην υπεριώδη ηλιακή ακτινοβολία. Από εκεί και πέρα οι διαιτητικές πηγές πρόσληψης της βιταμίνης είναι περιορισμένες.
Τα βρέφη όμως (και ορθώς) δεν εκτίθενται στον ήλιο λόγω των κινδύνων που αυτός εγκυμονεί για το ευαίσθητο δέρμα τους ενώ όταν τα βγάζουμε έξω το καλοκαίρι τους βάζουμε αντηλιακό που μπλοκάρει την υπεριώδη ακτινοβολία.
Ως εκ τούτου η ανεπάρκεια της βιταμίνης D είναι ένα συχνό φαινόμενο στην ηλικία των 12 μηνών και μπορεί να απαιτηθεί η χορήγηση συμπληρώματος αυτής.
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ 1Ο ΧΡΟΝΟ ΖΩΗΣ
Ανάλογα με τα αποτελέσματα του πρώτου εργαστηριακού ελέγχου ή άλλων ενδείξεων κατά την διάρκεια της ανάπτυξης του παιδιού ο παιδίατρος μπορεί να ζητήσει εκ νέου προληπτικό εργαστηριακό έλεγχο σε ένα χρόνο ή ανά 2 ή 3 έτη. Ειδικά όταν υπάρχουν ευρήματα όπως : σιδηροπενική αναιμία, στίγμα μεσογειακής αναιμίας, υποβιταμίνωση D, τυχόν χρόνια προβλήματα υγείας, ανεπαρκής πρόσληψη βάρους ή κοντό ανάστημα, συχνές λοιμώξεις, κακό γενικό επίπεδο υγείας ή διατροφικά ελλείμματα.
Στους εφήβους λόγω της ταχείας σωματικής αύξησης και των αυξημένων απωλειών με την έμμηνη ρύση στα κορίτσια, θα πρέπει να γίνεται έλεγχος για σιδηροπενική αναιμία (πχ σε περιόδους ταχείας αύξησης ή μετά την εμμηναρχή στα κορίτσια).
ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΔΥΣΛΙΠΙΔΑΙΜΙΑ
Η αρτηριοσκλήρυνση είναι το συχνότερο αίτιο νοσηρότητας στο δυτικό κόσμο και όπως είναι γνωστό οι αθηρωματικές βλάβες των αγγείων αρχίζουν ήδη από την παιδική ηλικία. Οι βλάβες αυτές αφορούν συχνότερα τα στεφανιαία αγγεία αλλά και την αορτή, τα αγγεία του εγκεφάλου, τα αγγεία των κάτω άκρων και τις καρωτίδες. Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό οι τιμές της χοληστερόλης των παιδιών να βρίσκονται εντός των φυσιολογικών ορίων.
Οι πρωτοπαθείς δυσλιπιδαιμίες των παιδιών είναι γενετικά νοσήματα που προκαλούν αύξηση του καρδιαγγειακού κινδύνου ήδη από την παιδική ηλικία. Η βαρύτητά με την οποία εκδηλώνονται εξαρτάται εκτός από τα γονίδια και από την διατροφή και τη φυσική δραστηριότητα του παιδιού. Από αυτές η Πολυγονιδιακή Υπερχοληστερολαιμία είναι η συχνότερη (1 στα 100 παιδιά).
Η Ετερόζυγη Οικογενής Υπερχοληστερολαιμία είναι μία συχνή κληρονομική νόσος (1 στα 500 παιδιά) και κληρονομείται με τον αυτοσωματικό επικρατούντα τρόπο. Τα συνήθη επίπεδα LDL στη νόσο αυτή είναι >200 mg/dl και της ολικής χοληστερόλης >300 mg/dl. Οι ασθενείς έχουν τυπικά φυσιολογικά τριγλυκερίδια και HDL.
Αν ένας από τους δύο γονείς πάσχει από Οικογενή Υπερχοληστερολαιμία υπάρχει 50% πιθανότητα το κάθε παιδί να την κληρονομήσει. Οι γονείς που πάσχουν θα πρέπει να προγραμματίζουν έγκαιρα τον έλεγχο των παιδιών.
Σύμφωνα με τις τρέχουσες οδηγίες για τη διάγνωση των δυσλιπιδαιμιών στα παιδιά συστήνεται :
- Καθολικός έλεγχος όλων των παιδιών με εξετάσεις αίματος για χοληστερίνη στην ηλικία των 9-11 ετών και επανέλεγχος στην ηλικία 17-21 ετών.
- Έλεγχος με πλήρες λιπιδαιμικό προφίλ στην ηλικία των 2 ετών σε παιδιά με θετικό οικογενειακό ιστορικό δυσλιπιδαιμίας ή πρώιμης στεφανιαίας νόσου ή σε παιδιά με άλλους παράγοντες ή καταστάσεις κινδύνου.
Έλεγχος λιπιδίων πρέπει να γίνεται σε όλα τα υπέρβαρα και παχύσαρκα παιδιά ανεξάρτητα από το οικογενειακό ιστορικό ή την ύπαρξη παραγόντων κινδύνου. Τα παιδιά αυτά πρέπει να ελέγχονται και για άλλα σημεία μεταβολικού συνδρόμου.